Αλευράς Αλευρά
Τύπος
Ετυμολογία
Από τη λέξη αλεύρι < άλευρον < αλέω (αλέθω).
Άλλες Γλώσσες
Αγγλικά |
Μίλερ (Miller) |
Γαλλικά |
Ντιμουλέν (Dumoulin) |
Γερμανικά |
Μίλερ (Müller) |
Δανικά |
Μέλερ (Møller) |
Ιταλικά |
Μολινάρο (Molinaro) |
Ουγγρικά |
Μόλναρ (Molnár) |
Ομόρριζα Επώνυμα
| Αλευράκης | Αλευράκη |
| Αλευρής | Αλευρή |
| Αλευριάδης | Αλευριάδου ή Αλευριάδη |
| Αλευρίδης | Αλευρίδυο ή Αλευρίδη |
| Αλευρίτης | Αλευρίτου ή Αλευρίτη |
| Αλευρόντας | Αλευρόντα |
| Αλευρόπουλος | Αλευροπούλου |
| Αλευρούδης | Αλευρούδη |
Διασημότητες
- Ιωάννης Αλευράς (1912-1995), συνδικαλιστής και πολιτικός, που διετέλεσε και Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
- Θανάσης Αλευράς (γ. 1979), ηθοποιός.

Αγγλικά
Γαλλικά
Γερμανικά
Δανικά
Ιταλικά
Ουγγρικά