Παΐσιος Παϊσία
Παραλλαγές & Υποκοριστικά
Παϊσιούλα
Ετυμολογία
α. Αιγυπτιακής προελεύσεως, αγνώστου ετυμολογίας.
β. Εξελληνισμένος τύπος του κοπτικού (αιγυπτιακού) ονόματος Pishoy = υψηλός, ευγενής.
Εορτασμός
19 Ιουνίου († Οσίου Παϊσίου του Μεγάλου)
Συχνότητα Εμφάνισης
0,003%
								
							0,001%
					
							Άλλες Γλώσσες
|  Βουλγαρικά | Παΐζι (Paisiy) | 
|  Ουκρανικά | Παΐζι (Paisiy) | 
|  Ρωσικά | Παΐζι (Paisiy) | 
Ομόρριζα Επώνυμα
| Παΐσης | Παΐση | 
| Παϊσιάδης | Παϊσιάδη ή Παϊσιάδου | 
| Παϊσίδης | Παϊσίδη ή Παϊσίδου | 
| Παΐσιος | Παϊσίου | 
