Σίμων Σιμωνία
Παραλλαγές & Υποκοριστικά
Σιμώνη
Ετυμολογία
Από τη εβραϊκή λέξη Shim'on (έχει ακούσει ο Θεός).
Εορτασμός
10 Μαΐου († Σίμωνος του Ζηλωτού)
Συχνότητα Εμφάνισης
<0,001%
<0,001%
Άλλες Γλώσσες
Αγγλικά |
Σάιμον (Simon) |
Αλβανικά |
Σιμόνα (Simona) |
Γαλλικά |
Σιμόν (Simon) Σιμόν (Simone) |
Γερμανικά |
Ζίμον (Simon) |
Ιταλικά |
Σιμόνε (Simone) |
Πορτογαλικά |
Σιμάου (Simão) |
Ρουμανικά |
Σίμιον (Simion) |
Ρωσικά |
Σεμιόν (Semyon) |
Ομόρριζα Ονόματα
Ομόρριζα Επώνυμα
| Συμεών | Συμεών |
| Συμεωνάκης | Συμεωνάκη |
| Συμεωνάκος | Συμεωνάκου |
| Συμεωνίδης | Συμεωνίδη ή Συμεωνίδου |
| Συμεώνογλου | Συμεώνογλου |
| Σιμάκης | Σιμάκη |
| Σιμάκος | Σιμάκου |
| Σιμονετάτος | Σιμονετάτου |
| Σιμόνης | Σιμόνης |
| Σιμονιάδης | Σιμονιάδης |
| Σιμονιάν | Σιμονιάν |
| Σιμονίδης | Σιμονίδη ή Σιμονίδου |
| Σιμόπουλος | Σιμοπούλου |
| Σιμώνης | Σιμώνη |
| Σιμωνίδης | Σιμωνίδη ή Σιμωνίδου |
Διασημότητες
- Σίμων Καρράς (1903-1999), δάσκαλος της ελληνικής εθνικής μουσικής.
- Σίμων Σίνας (1810-1876), βιεννέζος βαρόνος και μέγας ευεργέτης. Το πιο γνωστό ευεργέτημά του είναι τα χρήματα που έδωσε για την ανέγερση της Ακαδημίας Αθηνών. Σημαντική είναι, επίσης, η συμβολή του στην ανέγερση του Αστεροσκοπείου Αθηνών.
- Σάιμον Ρατλ (γ. 1955), άγγλος διευθυντής ορχήστρας.

Αγγλικά
Αλβανικά
Γαλλικά
Γερμανικά
Ιταλικά
Πορτογαλικά
Ρουμανικά
Ρωσικά